Διαπραγματευτές και εξεταζόμενοι...*
Η εξέλιξη των διαβουλεύσεων της κυβέρνησης με τους
εκπροσώπους της τρόικας στο Παρίσι επιβεβαιώνει, για μία ακόμα φορά, ότι
η πραγματική «κόκκινη γραμμή» στα μεταξύ τους παζάρια είναι η
υπεράσπιση της ανταγωνιστικότητας και της κερδοφορίας του κεφαλαίου.
Τις αντιλαϊκές αναδιαρθρώσεις, που έχει προωθήσει όλο
το προηγούμενο διάστημα προς όφελος των μονοπωλίων, και την
αποφασιστικότητά της να τις συνεχίσει «διαφημίζει» η κυβέρνηση, μαζί με
τα περιβόητα «πρωτογενή πλεονάσματα» που επιτυγχάνονται από το
τσεκούρωμα όλων των κρατικών δαπανών για λαϊκές ανάγκες και την ένταση
της φοροληστείας σε βάρος των εργαζομένων και του λαού.
Πάνω σε αυτά τα αντιλαϊκά «ατού» πατάει στα παζάρια η
κυβέρνηση, επιχειρώντας να εξασφαλίσει ευνοϊκότερους όρους για την
ανάκαμψη της κερδοφορίας των εγχώριων μονοπωλίων, μεγαλύτερα περιθώρια
ευελιξίας για την κρατική στήριξη της «ρευστότητάς» τους.
Στο ίδιο ακριβώς «μάθημα», στα σχέδια στήριξης των
κερδών του ντόπιου κεφαλαίου, έδωσε προχτές τις δικές του εξετάσεις και ο
ΣΥΡΙΖΑ, σε μία ακόμα συνάντηση του Αλ. Τσίπρα με τον πρόεδρο του ΣΕΒ.
Τόσο η κυβέρνηση όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ καλούν το λαό να στοιχηθεί πίσω από
τους στόχους του κεφαλαίου και της ΕΕ, τάζοντάς του ως αντάλλαγμα κάποια
ψίχουλα για την πιο ακραία φτώχεια, όταν η ανάκαμψη της κερδοφορίας των
μονοπωλίων έχει ως πρώτη προϋπόθεση τη συνέχιση της αντιλαϊκής
επίθεσης.
Μία προς μία οι «ελαφρύνσεις» που παζαρεύει η
κυβέρνηση, διαφημίζοντάς τις ως μέτρα ανακούφισης του λαού - άσχετα από
το αν τελικά θα «περπατήσουν» - αφορούν στη διαμόρφωση του κατάλληλου
μείγματος μέτρων για την επίτευξη των στόχων του κεφαλαίου.
Χαρακτηριστική είναι, π.χ., η περίπτωση του ειδικού
φόρου κατανάλωσης στο πετρέλαιο θέρμανσης: Αφού πρώτα η κυβέρνηση τον
«απογείωσε» εξισώνοντάς τον με τον αντίστοιχο φόρο στο πετρέλαιο
κίνησης, έρχεται τώρα να παζαρέψει τη μείωσή του.
Οχι, βέβαια, γιατί
τους πήρε ξαφνικά ο πόνος, για το ότι δύο χειμώνες εκατομμύρια λαϊκά
νοικοκυριά πάγωσαν στην κυριολεξία, αλλά γιατί η ραγδαία υποχώρηση της
λαϊκής κατανάλωσης οδήγησε τελικά σε μείωση τόσο των κρατικών εσόδων από
τους σχετικούς φόρους, όσο και των κερδών των μονοπωλίων του κλάδου.
Η
όποια μείωση στο φόρο, βέβαια, όπως και άλλα ψίχουλα που δόθηκαν κατά
καιρούς, για την πλειοψηφία των εργατικών - λαϊκών στρωμάτων θα
εξανεμιστεί στη στιγμή από τη συνολική αντιλαϊκή επίθεση.
Αντίστοιχα, όλα τα κόψε - ράψε που προωθούνται στο
χαράτσι για τα ακίνητα όχι μόνο δεν αμφισβητούν τον εισπρακτικό στόχο
των 2,65 δισ. ευρώ που φορτώνεται στην πλάτη του λαού, αλλά αποσκοπούν
ακριβώς στην εύρεση εκείνου του μείγματος στο χαράτσωμα που θα εγγυηθεί
την είσπραξή του.
Το ίδιο ισχύει και για άλλα ζητήματα, όπως τα
παζάρια
για τους πλειστηριασμούς κατοικιών.
Την ίδια ώρα, αφού πρώτα έδωσε ξανά τις εξετάσεις του
στους βιομήχανους προχτές, ο ΣΥΡΙΖΑ εξακολουθεί να μιλά για
«μνημονιακές κυβερνήσεις», επιχειρώντας να κρύψει ότι τα αντιλαϊκά
μνημόνια διαρκείας υπηρετούν στρατηγικούς στόχους του κεφαλαίου και
εφαρμόζονται πλέον σε όλες τις χώρες της ΕΕ, ανεξαρτήτως μείγματος
διαχείρισης, με ή χωρίς τρόικες.
Λέει ότι η κυβέρνηση «δεν έβαλε ποτέ
κόκκινες γραμμές, ούτε διαπραγματεύτηκε επί της ουσίας», προσπαθώντας
ακριβώς να αποκρύψει την ταξική ουσία των παζαριών.
Η απάντηση του λαού μπορεί να είναι μόνο μία: Καμία
αναμονή, καμία εμπιστοσύνη στους τωρινούς ή στους επίδοξους
διαπραγματευτές των συμφερόντων των εγχώριων μονοπωλίων. Οργάνωση και
πάλη ενάντια στη στρατηγική του κεφαλαίου και της ΕΕ, με όποιο μείγμα
διαχείρισης και αν αυτή προωθείται.
*Από την στήλη «Η Άποψή μας» του Ριζοσπάστη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου