Όταν το κράτος καθορίζει τους μισθούς*
Στην
τελική ευθεία βρίσκεται η δημιουργία του μόνιμου μηχανισμού διαμόρφωσης
του κατώτατου μισθού, που η κυβέρνηση θα φέρει στη Βουλή το επόμενο
διάστημα. Βασικό κριτήριο της διαμόρφωσης θα είναι οι εξελίξεις στην
οικονομία ή, για όποιον δε θέλει να παίζει με τις λέξεις, η πορεία της
καπιταλιστικής κερδοφορίας. Ταυτόχρονα, με πρόσχημα την ανεργία
δημιουργούνται δύο επιπλέον κατηγορίες εργαζομένων που θα αμείβονται πιο
χαμηλά και από αυτό τον κατώτατο μισθό. Θα υπάρχει διαφοροποίηση κατά
ηλικία και τόπο απασχόλησης («ζώνη»).
Το
σχέδιο παγιώνει το δικαίωμα της κυβέρνησης να καθορίζει μονομερώς τα
κατώτατα όρια μισθών. Μέχρι σήμερα η Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση
Εργασίας ήταν προϊόν των συσχετισμών δύναμης, στο πλαίσιο της ανάπτυξης
της ταξικής πάλης. Παράγοντας διαμόρφωσής της δεν ήταν μόνο τα κέρδη των
καπιταλιστών αλλά οι ανάγκες της εργατικής τάξης, με βάση τις οποίες
πάλευε, στο πλαίσιο των συλλογικών διαπραγματεύσεων, κόντρα στους
μεγαλοεπιχειρηματίες, για να αποσπά κάθε φορά τη μεγαλύτερη δυνατή
αύξηση στους μισθούς.
Σήμερα, επιδιώκεται τα καπιταλιστικά κέρδη να
είναι ο μοναδικός παράγοντας που θα καθορίζει τους μισθούς, σε συνδυασμό
με την κατάργηση των συλλογικών διαπραγματεύσεων. Σε μια δεύτερη
ανάγνωση το γεγονός αυτό αποκαλύπτει και στους πιο αφελείς την ταξική
φύση του αστικού κράτους. Ότι, δηλαδή, δεν είναι ένας ουδέτερος
οργανισμός που στέκει πάνω και έξω από την κοινωνία, αλλά όργανο
επιβολής της κυρίαρχης τάξης, των κεφαλαιοκρατών στην προκειμένη
περίπτωση. Απροκάλυπτα πλέον το κράτος αναλαμβάνει σήμερα να διαμορφώσει
την τιμή πώλησης της εργατικής δύναμης για λογαριασμό και σε όφελος των
καπιταλιστών.
Ένα εξίσου
σημαντικό χαρακτηριστικό του σχεδίου είναι η παγίωση του διαχωρισμού των
εργαζομένων με βάση την ηλικία, ο οποίος εισήχθη τον περασμένο Φλεβάρη
με Πράξη Υπουργικού Συμβουλίου. Σε εργαζόμενους κάτω των 24 ετών και σε
εργαζόμενους άνω των 24 ετών.
Ακόμα και το πρόσχημα της αντιμετώπισης
της ανεργίας δεν αρκεί για να δικαιολογήσει την αυθαιρεσία του
διαχωρισμού, σύμφωνα με τον οποίο οι κάτω των 24 αμείβονται λιγότερο και
σύμφωνα με το σχέδιο η αμοιβή θα μειωθεί και άλλο. Παράλληλα,
επαναφέρεται ο παλαιότερος διαχωρισμός των εργαζομένων με βάση τον τόπο
απασχόλησης. Δηλαδή, ο κατώτατος μισθός μπορεί να χαμηλώσει κι άλλο αν
αυτό επιβάλλουν οι «ιδιαίτερες» οικονομικές συνθήκες - ύφεσης και
ανεργίας - σε μια περιοχή.
Πρόκειται για αναβίωση των Τοπικών Συμφώνων
Απασχόλησης, που στη σύγχρονη ορολογία αποκαλούνται Ειδικές Οικονομικές
Ζώνες. Η κατ' αυτόν τον τρόπο διαμόρφωση του κατώτατου μισθού θα έχει
άμεση συνέπεια στις κλαδικές και επιχειρησιακές Συλλογικές Συμβάσεις
Εργασίας καθώς αποτελεί την αφετηρία τους.
Από
τα παραπάνω επιβεβαιώνεται ότι η
επίθεση στους μισθούς συνεχίζεται
αμείωτη.
Η εξαθλίωση και η φτώχεια μεγαλώνουν. Το ύψος του μισθού θα
συνδέεται όλο και πιο στενά με το αν συμβάλλει αποτελεσματικά στην
κερδοφορία του κεφαλαίου. Η απάντηση σε αυτή την επίθεση δε βρίσκεται
στην ταξική συνεργασία αλλά στη συνειδητοποίηση ότι οι κεφαλαιοκράτες
αποτελούν αντίπαλη κοινωνική τάξη που ζει και αναπαράγεται σε βάρος των
εργαζομένων. Με αυτή την έννοια απαιτείται η οργάνωση και κλιμάκωση της
ταξικής σύγκρουσης για την αναχαίτιση της βαρβαρότητας και τη δημιουργία
των όρων που θα οδηγήσουν στο ξερίζωμά της.
*Ριζοσπάστης, "Η ΑΠΟΨΗ ΜΑΣ" Παρασκευή 22 Μάρτη 2013.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου