Η παραγωγή της υπεραξίας η αλλιώς του κέρδους.
«... η εργατική δύναμη δεν μπορεί να εμφανιστεί στην αγορά σαν εμπόρευμα, παρά μόνο εφόσον και επειδή προσφέρεται για πούληση σαν εμπόρευμα ή πουλιέται από το δικό της κάτοχο, από το πρόσωπο του οποίου είναι εργατική δύναμη. Για να μπορεί ο κάτοχός της να την πουλάει σαν εμπόρευμα, πρέπει να την εξουσιάζει, να 'ναι δηλαδή ελεύθερος ιδιοκτήτης της ικανότητάς του για εργασία, της προσωπικότητάς του...»
«...Ο δεύτερος ουσιαστικός όρος για να βρίσκει ο κάτοχος του χρήματος την εργατική δύναμη σαν εμπόρευμα στην αγορά είναι ο παρακάτω: ο κάτοχος της εργατικής δύναμης αντί να μπορεί να πουλάει εμπορεύματα στα οποία να έχει αντικειμενοποιηθεί η εργασία του, να είναι αντίθετα υποχρεωμένος να προσφέρει σαν εμπόρευμα για πούληση την ίδια την εργατική του δύναμη που υπάρχει μόνο στο ζωντανό του σώμα».1
Eίδαμε, ότι όπως το εμπόρευμα, έτσι και το προτσές της εργασίας στην καπιταλιστική επιχείρηση έχει διπλό χαρακτήρα. Από τη μια μεριά είναι προτσές δημιουργίας αξιών χρήσης (υφάσματα, παπούτσια, ρούχα, ψωμί, μηχανές κλπ., αντικείμενα που μπορούν να χρησιμοποιούν οι άνθρωποι). Από την άλλη, είναι προτσές δημιουργίας αξίας.
Η ιδιοποίηση αυτής της αξίας είναι κυρίως που ξυπνά το "δημιουργικό" ενδιαφέρον του καπιταλιστή, γιατί στην αξία των νέων εμπορευμάτων που δημιουργήθηκε από την εργασία των μισθωτών εργατών, υπάρχει εκτός από την αξία της εργατικής δύναμης και των μέσων παραγωγής και ένα πρόσθετο μέρος της αξίας, το οποίο ιδιοποιείται δωρεάν ο καπιταλιστής. Η απλήρωτη εργασία. Αυτή είναι η υπεραξία, ή αλλιώς το κέρδος. Εκείνο δηλαδή το μέρος της αξίας που δημιουργείται από τον παραπανίσιο χρόνο εργασίας των μισθωτών εργατών, και ιδιοποιείται ληστρικά ο καπιταλιστής.
Η υπεραξία δημιουργείται αποκλειστικά και μόνο στην παραγωγή, στο προτσές της εκμετάλλευσης της εργασίας από το κεφάλαιο, και εμφανίζεται στην ανταλλαγή (πώληση). Γιαυτό δημιουργείται η ψευδαίσθηση ότι το κέρδος (υπεραξία) είναι παράγωγο του κεφαλαίου.
Ο εργάτης στον κεφαλαιοκρατικό τρόπο παραγωγής, χρειάζεται μονάχα ένα μέρος της εργάσιμης μέρας για να δημιουργήσει μια αξία ίση, με την αξία της εργατικής του δύναμης. Και αυτό σκόπιμα, δείχνουν να το αγνοούν, οι απολογητές και οι εκπρόσωποι των εκμεταλλευτών.
«Οι οικονομολόγοι παίρνουνε πάντα την τιμή της εργασίας τη στιγμή που ανταλλάζεται μ’ άλλα εμπορεύματα. Αφήνουν όμως ολότελα κατά μέρος τη στιγμή όπου η εργασία (πληρωμένη και απλήρωτη) πραγματοποιεί την ανταλλαγή (πώληση) της με το κεφάλαιο» *
Από όποια πλευρά και να το δεις δεν χωράει αμφιβολία. «Όπως η αξία κάθε άλλου εμπορεύματος, και η αξία της εργατικής δύναμης καθορίζεται από το χρόνο εργασίας, που είναι αναγκαίος για την παραγωγή, επομένως και για την αναπαραγωγή αυτού του ειδικού είδους... Έτσι, ο χρόνος εργασίας, που είναι αναγκαίος για την παραγωγή της εργατικής δύναμης, αναλύεται στο χρόνο εργασίας που είναι αναγκαίος για την παραγωγή αυτών των μέσων συντήρησης, ή η αξία της εργατικής δύναμης είναι η αξία των μέσων συντήρησης, που είναι αναγκαία για τη συντήρηση του κατόχου της». 2
Έτσι «Το μέρος, λοιπόν, της εργάσιμης μέρας, που στη διάρκειά της συντελείται αυτή η αναπαραγωγή (σ.σ. της ημερήσιας αξίας της εργατικής δύναμης) το ονομάζω αναγκαίο χρόνο εργασίας και την εργασία, που ξοδεύτηκε στο διάστημά της, αναγκαία εργασία. Αναγκαία για τον εργάτη, γιατί είναι ανεξάρτητη από την κοινωνική μορφή(δούλος, δουλοπάροικος, μισθωτός) της εργασίας του. Αναγκαία για το κεφάλαιο και τον κόσμο του, γιατί ο κόσμος αυτός έχει για βάση του τη διαρκή ύπαρξη του εργάτη…
…Η δεύτερη περίοδος του προτσές εργασίας, που ο εργάτης μοχθεί πέρα από τα όρια της αναγκαίας εργασίας, του στοιχίζει βέβαια εργασία, ξόδεμα εργατικής δύναμης, δε δημιουργεί όμως αξία γι' αυτόν. Δημιουργεί υπεραξία, που χαμογελάει του κεφαλαιοκράτη με όλες τις χάρες μιας δημιουργίας εκ του μηδενός. Το μέρος αυτό της εργάσιμης μέρας το ονομάζω χρόνο υπερεργασίας και την εργασία που ξοδεύεται στη διάρκειά του υπερεργασία»3
Ας υποθέσουμε τώρα πως το μέσο ποσό από τα καθημερινά μέσα συντήρησης για ένα εργαζόμενο άνθρωπο απαιτεί τέσσερεις ώρες μέση εργασία για την παραγωγή του. Ας υποθέσουμε ακόμα πως τέσσερεις ώρες μέση εργασία είναι αντικειμενικοποιημένες μέσα σ’ ένα ποσό χρυσού που ισοδυναμεί με πενήντα ευρώ. Στην περίπτωση αυτή τα 50 ευρώ, θα ήταν η τιμή ή η χρηματική έκφραση της ημερήσιας αξίας της εργατικής δύναμης αυτού του ανθρώπου.
«Αν εργαζόταν κάθε μέρα τέσσερεις ώρες, θα δημιουργούσε κάθε μέρα μια άξια, που είναι αρκετή για να αγοράζει το μέσο ποσό των καθημερινών μέσων συντήρησης του ή για να διατηρείται ο ίδιος σαν εργαζόμενος στην ζωή. Μα ο άνθρωπος του παραδείγματός μας είναι μισθωτός εργάτης. Είναι γιαυτό υποχρεωμένος, να πουλάει την εργατική του δύναμη σε κάποιον κεφαλαιοκράτη. Αν την πουλάει προς 50 ευρώ τη μέρα ή προς 300 ευρώ τη βδομάδα, την πουλάει στην αξία της.
Ας υποθέσουμε πως είναι νηματουργός. Όταν εργάζεται τέσσερεις ώρες την ημέρα θα προσθέτει κάθε μέρα στο μπαμπάκι αξία 50 ευρώ: Η αξία αυτή, που προσθέτει κάθε μέρα στο μπαμπάκι, θα ήταν ακριβώς το ισοδύναμο για το μισθό της εργασίας ή για την τιμή της εργατικής του δύναμης, που παίρνει κάθε μέρα. Μα στην περίπτωση αυτή δεν θα έμενε στον καπιταλιστή κανενός είδους υπεραξία ή υπερπροϊόν. Εδώ λοιπόν είναι ο κόμπος!
Αγοράζοντας την εργατική δύναμη του εργάτη και πληρώνοντας την στην αξία της, ο καπιταλιστής απόκτησε, όπως και κάθε άλλος αγοραστής, το δικαίωμα να καταναλώνει ή να χρησιμοποιεί το εμπόρευμα που αγόρασε.
Καταναλώνεις ή χρησιμοποιείς τη δύναμη ενός ανθρώπου, όταν τον βάλεις να εργάζεται, όπως καταναλώνεις ή χρησιμοποιείς μια μηχανή, όταν την βάλεις μπροστά. Πληρώνοντας την ημερήσια ή τη βδομαδιάτικη αξία της εργατικής δύναμης του εργάτη, ο καπιταλιστής απόκτησε, λοιπόν, το δικαίωμα να χρησιμοποιεί ή να βάζει την εργατική αυτή δύναμη να εργάζεται όσο διαρκεί μια ολόκληρη μέρα ή βδομάδα…
Η αξία της εργατικής δύναμης καθορίζεται από το ποσό της εργασίας που είναι αναγκαίο για τη συντήρησή της και την αναπαραγωγή της, μα η χρήση της εργατικής δύναμης περιορίζεται μόνο από την ενεργητικότητα και τη φυσική αντοχή του εργάτη.
Η καθημερινή ή βδομαδιάτικη αξία της εργατικής δύναμης είναι ολότελα ξεχωριστά πράγματα από την καθημερινή ή βδομαδιάτικη λειτουργία της δύναμης αυτής, το ίδιο όπως είναι ολότελα ξεχωριστά πράγματα η τροφή που χρειάζεται ένα άλογο και ο χρόνος που μπορεί να σηκώνει τον καβαλάρη.
Το ποσό της εργασίας που καθορίζει την αξία της εργατικής δύναμης του εργάτη δεν αποτελεί με κανένα τρόπο όριο στη ποσότητα της εργασίας που μπορεί να δώσει η εργατική του δύναμη. Ας πάρουμε το παράδειγμα του νηματουργού μας.
Είδαμε πως για να αναπαράγει καθημερινά την εργατική του δύναμη πρέπει να αναπαράγει καθημερινά μια αξία από 50 ευρώ, που θα το κατορθώσει αν εργάζεται τέσσερεις ώρες την ημέρα. Αυτό, ωστόσο, δεν τον εμποδίζει να μπορεί να εργαστεί οκτώ, δέκα ή και περισσότερες ώρες την ημέρα. Πληρώνοντας όμως την καθημερινή ή βδομαδιάτικη αξία της εργατικής δύναμης του νηματουργού ο καπιταλιστής απόκτησε το δικαίωμα να χρησιμοποιεί την εργατική αυτή δύναμη όσο διαρκεί ολόκληρη ημέρα ή η βδομάδα. Θα τον βάλει, λοιπόν, να εργάζεται κάθε μέρα οκτώ, ας πούμε, ώρες.
Έτσι ο νηματουργός θα πρέπει, να εργάζεται άλλες τέσσερεις ώρες πέρα και πάνω από τις τέσσερεις ώρες που χρειάζεται για να αναπληρώσει το μισθό του ή την αξία της εργατικής του δύναμης. Αυτές τις ώρες θα τις ονομάσω ώρες υπερεργασίας. Η υπερεργασία αυτή θα αντικειμενοποιηθεί σε μια υπεραξία και ένα υπερπροϊόν.
Αν λ.χ. ο νηματουργός μας με την καθημερινή του τετράωρη εργασία πρόσθετε στο βαμβάκι 50 ευρώ αξία, μια αξία που είναι ίσα - ίσα ένα ισοδύναμο με το μισθό του, σε οκτώ ώρες θα πρόσθετε στο μπαμπάκι μια αξία από 100 ευρώ και θα έφτιαχνε ένα αντίστοιχο πλεόνασμα σε νήμα.
Μια που πούλησε την εργατική του δύναμη στον καπιταλιστή, ολόκληρη η αξία του προϊόντος που δημιουργήθηκε απ’ αυτόν ανήκει στον καπιταλιστή, στον ιδιοκτήτη για την ώρα, της εργατικής του δύναμης.
Ο καπιταλιστής, πληρώνοντας 50 ευρώ, θα πραγματοποιήσει, λοιπόν, μια αξία από 100 ευρώ, γιατί πληρώνοντας μια αξία (εργατική δύναμη), που μέσα της είναι αποκρυσταλλωμένες τέσσερεις ώρες εργασίας, παίρνει σε αντάλλαγμα μια αξία (εμπόρευμα) όπου είναι αποκρυσταλλωμένες οκτώ ώρες εργασίας. Με την καθημερινή επανάληψη της ίδιας αυτής κίνησης θα πληρώνει ο καπιταλιστής κάθε μέρα 50 ευρώ και θα τσεπώνει κάθε μέρα, 100 ευρώ, απ’ τα οποία τα μισά θα πηγαίνουν ξανά για να πληρωθεί ο μισθός του εργάτη και τα άλλα μισά θα αποτελούν την υπεραξία, που γι’ αυτή δεν πληρώνει κανένα ισοδύναμο».**
Αυτός και μόνο αυτός, είναι ο τρόπος παραγωγής της υπεραξίας, του καπιταλιστικού κέρδους, και κάθε άλλη άποψη είναι “ευρηματική” φιλολογική φλυαρία και παραμύθια για μικρά παιδιά.
Πάνω σ’ αυτό το είδος της συναλλαγής ανάμεσα στο κεφάλαιο και την εργασία στηρίζεται ο κεφαλαιοκρατικός τρόπος παραγωγής ή το σύστημα της μισθωτής εργασίας, που αναπαράγει σταθερά τον εργάτη σαν εργάτη και τον καπιταλιστή σαν καπιταλιστή.
Το χρήμα λοιπόν ως κέρδος (υπεραξία), που καρπώνονται οι καπιταλιστές, είναι ο απλήρωτος χρόνος της εργασίας (υπερεργασία) - και τίποτ’ άλλο - των μισθωτών εργατών, και σε τελευταία ανάλυση, η βασική αιτία των περιοδικών κύκλων κρίσης του καπιταλισμού, και το χρήμα ως χρέος, είναι η προκαταβολική δέσμευση, από το χρηματιστικό κεφάλαιο, του αφρού της μελλοντικής παραγωγής μιας χώρας, αλλά κυρίως είναι, όπως δραματικά έχει κάνει φανερό η καπιταλιστική κρίση, πολιτική (ιμπεριαλιστική) εξάρτηση.
Συνεχίζεται…
1, 2, 3 Καρλ Μαρξ, «Το Κεφάλαιο», τομ. 1ος, σελ. 180 - 181, 183, 228-229.
* Καρλ Μαρξ, “Η αθλιότητα της φιλοσοφίας” σελ. 195, δ΄εκδ. Γ. Αναγνωστίδη.
**Καρλ Μαρξ, "Μισθός, Τιμή και Κέρδος", σελ. 49 - 52.
Κανένα όφελος για το λαό από την απόφαση της Συνόδου για το χρέος ΕΔΩ**Καρλ Μαρξ, "Μισθός, Τιμή και Κέρδος", σελ. 49 - 52.
Εχω παρακολουθήσει όλη την μελέτη σου και πρέπει να σου πω ότι έχω βοηθηθεί να καταλάβω πολλά πράγματα και θέλω να σε ευχαριστήσω.
ΑπάντησηΔιαγραφήΜας τα λένε τόσο μπερδεμένα και για να σου πω την αλήθεια σε όλους αυτούς του παντογνώστες δεν έχω και πολύ εμπιστοσύνη.
Αλλα αυτό το 28ο είναι μεγάλο το κείμενο και δεν θα το διαβάσω τώρα.
Στο μεταξύ έχω κρατήσει κάποιες σημειώσεις περιμένω να ολοκληρώσεις την μελέτη σου και αν μου επιτρέπεις έχω να κάνω μερικές ερωτήσεις.
Καλό Σαββατοκύριακο.
Οδηγητής
Μια σύντομη παρέμβαση.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑναπόσπαστο στοιχείο της ύπαρξης του καπιταλισμού, είναι το χρήμα και φυσικά το κέρδος.
Το θέμα είναι ποια είναι η ... σειρά.
Για μένα, είναι: Χρήμα - κέρδος - καπιταλισμός.
Επίσης, έχω την άποψη ότι η κατάργηση του όποιου κρίκου στην παραπάνω αλυσίδα, θα είναι η αρχή της οικοδόμησης της άλλης κοινωνίας !
υ.γ. εκπληκτική η προσπάθειά σου !
Καλησπέρα και Καλή Βδομάδα !
Φίλε Φάρε γεια σου,
ΑπάντησηΔιαγραφήο καπιταλισμός όπως ξέρεις, είναι ένας ορισμένος τρόπος παραγωγής, και το κέρδος (υπεραξία), το χρήμα, όπως το εμπόρευμα κλπ. είναι κρίκοι στην αλυσίδα των σχέσεων που καθορίζουν τον τρόπο παραγωγής, δηλ. την ύπαρξη του εκμεταλλευτικού συστήματος. Εννοείται ότι ο κάθε κρίκος είναι αναπόσπαστο στοιχείο αυτής της αλυσίδας και έχει τον δικό του ξεχωριστό ρόλο στο προτσές της καπιταλιστικής παραγωγής.
Η αλλαγή όμως ή ο κοινωνικός μετασχηματισμός δεν μπορεί να νοηθεί, πολύ δε περισσότερο να πραγματοποιηθεί, παρά μόνο με την ριζική αλλαγή, ανατροπή, των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής.
Φίλε μου, τα θερμά σου λόγια με συγκίνησαν πολύ.
Καλή βδομάδα και καλή δύναμη.