ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ
Ο κυρ ΣΤΑΥΡΟΣ
Για τον μόνο που δεν είχε κάνει την παραμικρή αναφορά, σ’ όλη τη διάρκεια της αφήγησής του, ήταν ο κυρ-Σταύρος. "Ξέρεις θείε, μου κάνει εντύπωση, ότι μέχρι στιγμής, δεν έχεις πει τίποτα για τον κυρ-Σταύρο. Η Βαλεντίνη, τι κάνει;" Τον ρώτησα. Ήταν σαν να τον χτύπησε κεραυνός!! Σα να χάθηκε σε άλλη διάσταση. Τα χρειάστηκα. Ήταν σίγουρο ότι κάτι δεν πήγαινε καλά. Ευτυχώς συνήλθε γρήγορα. «Θα σου πω, αφού το θέλεις, αλλά πρώτα βάλε μου λίγο κρύο νερό» είπε. Ήπιε το νερό και συνέχισε «Ο κυρ-Σταύρος, μου φέρθηκε καλύτερα από αδελφός. Σαν πατέρας. Ήταν ο ευεργέτης μου. Ήταν ο πρώτος άνθρωπος που συνάντησα μόλις πάτησα το πόδι μου στη Βραζιλία. Όχι μόνο μου είχε βρει σπίτι να μείνω, αλλά το είχε νοικιάσει κιόλας. Δεν άφησε να μου λείψει τίποτα το πρώτο διάστημα, μέχρι να τακτοποιηθώ. Μέναμε κοντά. Βλεπόμαστε σχεδόν κάθε μέρα. Ήταν καλός μάστορας, είχε καλή δουλειά. Αλλά πάνω απ’ όλα ήταν καλός οικογενειάρχης. Μεγαλώνοντας η Βαλεντίνα, έτσι τη λέγαμε, παντρεύτηκε ένα πολύ καλό παιδί, ένα δικό μας παιδί, σπουδασμένο. Πολιτικός μηχανικός. Απόκτησαν και δύο παιδιά. Δύο κορίτσια» Κόμπιασε λίγο. Για λέγε, του είπα. «Δεμένη οικογένεια. Ο κυρ- Σταύρος καμάρωνε και με το δίκιο του, που σ’ έκανε να λες, χαλάλι η νοσταλγία για την πατρίδα. Γιατί όπως όλοι οι ξενιτεμένοι, ζούσαν κι αυτοί, η οικογένεια του κυρ-Σταύρου, με την ελπίδα του γυρισμού». Συνέχισε, σα να παραμιλά, λέγοντας: «Μόνο όσοι έχουν βρεθεί μακριά από την πατρίδα, ξέρουν τι μαράζι είναι η νοσταλγία της πατρίδας. Τι κίνητρο, αλλά και τι απελπισία είναι η επιθυμία της επιστροφής, όταν ο καιρός μακραίνει κι αυτό δεν γίνεται». Για πρώτη φορά από την αρχή της συζήτησης έβγαζε ένα παράπονο. Συνέχισε να μιλά «Θα έχουν περάσει δέκα πέντε χρόνια, ίσως πιο λίγα. Μια μέρα η Βαλεντίνα με τον άντρα της και τα δυο κορίτσια τους, ξεκίνησαν να πάνε τριήμερη επίσκεψη σε μια φιλική τους οικογένεια. Στην επιστροφή πέφτουν θύματα τροχαίου δυστυχήματος. Σκοτώνονται και οι τέσσερεις, επί τόπου. Οι αρμόδιες αρχές, ειδοποιούν τον κυρ-Σταύρο, λέγοντάς του, όπως συνηθίζεται σ’ αυτές τις περιπτώσεις, ότι οι οικείοι σας βρίσκονται βαριά τραυματισμένοι στο τάδε νοσοκομείο. Στην πραγματικότητα τον καλούσαν για εξακρίβωση. Πήγε ο κυρ- Σταύρος γεμάτος αγωνία αλλά και με την ελπίδα ότι στο τέλος όλα θα πάνε καλά. Αυτό που είδε όμως είναι από εκείνα που δεν τ' αντέχει ο νους του ανθρώπου. Μέσα σε μια στιγμή είχε χάσει τα πάντα, δεν του είχε μείνει τίποτα. Γύρισε στο σπίτι και χωρίς να πει κουβέντα στη γυναίκα του, έτσι πρέπει να έγινε, πήρε το περίστροφό του και αφού την πυροβόλησε και την σκότωσε, αυτοκτόνησε. Να γιατί, δεν ήθελα να σου πω για τον κυρ-Σταύρο, ανιψιέ.»
Αυτή ήταν η πρώτη και η τελευταία συζήτηση που είχα μαζί του.
Συνεχίζεται...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου