Μια «ξεχασμένη» επέτειος...
Σαν χτες, πριν από 85 χρόνια, το 1929, ξέσπασε η διεθνής
καπιταλιστική κρίση, η πρώτη φάση της οποίας διήρκεσε μέχρι το 1933.
Η κρίση αυτή που έμεινε στην ιστορία ως το «Μεγάλο Κραχ» ή η «Μεγάλη Υφεση» («Great Depression») εκφράστηκε αρχικά με μια ραγδαία πτώση αξιών στο χρηματιστήριο της Wall Street της Νέας Υόρκης, στις 19 Οκτώβρη 1929, για να εξαπλωθεί γρήγορα σε όλο τον κόσμο.
Η κρίση αγκάλιασε όλους τους τομείς της οικονομίας: Το χρηματοπιστωτικό σύστημα, τη βιομηχανία, την αγροτική οικονομία, το εμπόριο και, βεβαίως, τις διεθνείς οικονομικές σχέσεις.
Η βιομηχανική παραγωγή στον καπιταλιστικό κόσμο μειώθηκε συνολικά κατά 38% (Γερμανία: -47%, ΗΠΑ: -46%, Ιταλία: -33%, Γαλλία: -31%, Βρετανία: -16,5%), ενώ οι άνεργοι ξεπέρασαν τα 35 εκατομμύρια (ΗΠΑ: 16 εκατ., Γερμανία: 5,5 εκατ., Βρετανία: 3 εκατ., Ιαπωνία: 2,8 εκατ., Γαλλία: 2,3 εκατ.)
Στο έδαφος αυτής της οικονομικής κρίσης, που
συγκλόνισε τον καπιταλιστικό κόσμο, προβλήθηκε ως διέξοδος η εφαρμογή
των προτάσεων του Βρετανού οικονομολόγου Μ. Κέινς για τόνωση της ζήτησης
και εφαρμογή ενός προγράμματος κρατικών επενδύσεων κυρίως σε έργα
υποδομών, με στόχο να επιταχυνθεί η καπιταλιστική ανάκαμψη, αλλά και ως
μέθοδος για την αποφυγή της κρίσης στο μέλλον.
Οι προτάσεις αυτές προβάλλονταν αντιπαραθετικά με την εφαρμογή της περιοριστικής πολιτικής που ακολουθούνταν από τις αστικές κυβερνήσεις μέχρι εκείνη την περίοδο. Οι προτάσεις του Μ. Κέινς εμφανίζονταν ως η μαγική συνταγή που θα δώσει οριστική και καθοριστική λύση στο πρόβλημα των οικονομικών κρίσεων του καπιταλισμού.
Σε μεγάλη έκταση, αυτές οι προτάσεις εφαρμόστηκαν από την κυβέρνηση του Ρούσβελτ στις ΗΠΑ, στο πλαίσιο του λεγόμενου «New Deal» και σε ένα βαθμό στη χιτλερική Γερμανία.
Οι οπαδοί του Κέινς, όμως, λογάριαζαν χωρίς τον ξενοδόχο.
Και ξενοδόχος είναι ο ίδιος ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής. Η κρίση δεν οφείλεται απλώς σε κάποιο πρόβλημα αναλογιών της καπιταλιστικής αγοράς ανάμεσα στο τι πουλιέται και τι μπορεί να αγοραστεί.
Γι' αυτό και η παρέμβαση του αστικού κράτους για την αύξηση της ζήτησης, μέσω αύξησης των κρατικών επενδύσεων, δεν επαρκεί ούτε για να αποκαταστήσει την καπιταλιστική οικονομία, ούτε για να αποτρέψει τις μελλοντικές κρίσεις.
Το πρόβλημα της καπιταλιστικής οικονομίας βρίσκεται στο ότι είναι παραγωγή με σκοπό το κέρδος από την απλήρωτη δουλειά των εργαζομένων. Το πρόβλημα είναι ότι οι κεφαλαιοκράτες λειτουργούν «αυθόρμητα», πάντα με κριτήριο το ποσοστό κέρδους και τις διακυμάνσεις του.
Δηλαδή, όχι μόνο με κριτήριο αν κερδίζουν πολλά, αλλά αν το κέρδος τους τούς επιτρέπει να ξεπεράσουν τους άλλους κεφαλαιοκράτες σε ένα φρενήρη ανταγωνισμό μεταξύ τους.
Σε μία παραγωγή, η οποία αποκτά ολοένα και περισσότερο κοινωνικό χαρακτήρα, αυτοί που αποφασίζουν για τις τύχες της είναι οι μεγαλομέτοχοι των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων.
Πρόκειται για τη βασική αντίφαση του καπιταλισμού.
Αυτή η αντίφαση αποτελεί τη «μήτρα» φαινομένων όπως: Αναρχία στην παραγωγή, αντίθεση ανάμεσα στην παραγωγή και την κατανάλωση, αντίθεση ανάμεσα στην επιδίωξη του μέγιστου κέρδους και το σχετικό περιορισμό της εκμεταλλευόμενης εργατικής δύναμης (λόγω τεχνολογικής προόδου) κ.λπ.
Η όξυνση αυτών των αντιθέσεων - ανισορροπιών κατά τη φάση της ανόδου δημιουργεί, μετά από κάποιο σημείο, ασφυκτικές για την καπιταλιστική κερδοφορία συνθήκες. Σε αυτό το σημείο, το κεφάλαιο, σε όλες τις μορφές του (εμπορευματική, παραγωγική, χρηματική), εμφανίζεται «παραφουσκωμένο», για να συνεχίζει να λειτουργεί με επαρκές κέρδος.
Για να αποκατασταθούν οι διαταραγμένες ισορροπίες στην καπιταλιστική οικονομία και, μέσω αυτών, πιο ευνοϊκές συνθήκες κερδοφορίας, χρειάζεται μια μεγάλη σε έκταση και βάθος καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων, απαξίωση της εργατικής δύναμης (δηλαδή, υποτίμηση μισθών, εργατικών δικαιωμάτων, κατακτήσεων κ.λπ.) και καταστροφή κεφαλαίου (κλείσιμο επιχειρήσεων, απαξίωση εμπορευμάτων, πτώση της αξίας του χρήματος κ.λπ.)
Η αποκατάσταση αυτή βεβαίως είναι προσωρινή, ακριβώς γιατί αφήνει άθικτη τη «μήτρα» των φαινομένων που οδηγούν στην κρίση, τη βασική αντίθεση του καπιταλισμού. Έτσι, από την πρώτη στιγμή της «επανεκκίνησης» (για να χρησιμοποιήσουμε έναν όρο που «φοριέται» τελευταία) ξεκινάει μια νέα κούρσα που θα φέρει τη νέα ανισορροπία.
Οι προτάσεις, λοιπόν, του Κέινς, όπου εφαρμόστηκαν, δεν κατάφεραν να δώσουν απάντηση ούτε στο πρόβλημα της καπιταλιστικής ανάκαμψης ούτε βεβαίως να αντιμετωπίσουν το ενδεχόμενο νέας κρίσης.
Και αυτό αποδείχτηκε περίτρανα τη δεκαετία του 1930. Το 1938 μια νέα οικονομική κρίση ξέσπασε που έδωσε παραπέρα ώθηση στην όξυνση των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων μπροστά στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.
Πραγματική διέξοδος από τη διεθνή κρίση της δεκαετίας
του 1930 δόθηκε μόνο με τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η στροφή στην πολεμική βιομηχανία και σε υποδομές εξυπηρέτησης της πολεμικής προετοιμασίας (ένας κεϊνσιανισμός, δηλαδή, προσαρμοσμένος στις πολεμικές ανάγκες) και η μεγάλη καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων που συντελέστηκε στο Β' Παγκόσμιο Πόλεμο (τα εκατομμύρια των νεκρών, οι τεράστιες καταστροφές σε υποδομές και μέσα παραγωγής) αποτέλεσαν το έδαφος για το πέρασμα σε μια φάση μεγάλης καπιταλιστικής ανάκαμψης με τα γνωστά αποτελέσματα των δεκαετιών 1950 - 1960.
Ολα αυτά έχουν σήμερα σημασία, γιατί διαπιστώνονται μεγάλες δυσκολίες στην καπιταλιστική ανάκαμψη για χώρες που έχουν ήδη βγει από την κρίση και σημαντικές δυσκολίες στην έξοδο από την κρίση για χώρες που ακόμα βρίσκονται σε αυτήν τη φάση ή στο κατώφλι του περάσματος σε φάση σταθεροποίησης.
Στο έδαφος αυτό πυκνώνουν οι συζητήσεις και προβληματισμοί για το ενδεχόμενο μιας νέας ύφεσης στην Ευρωζώνη. Την ίδια στιγμή, σημειώνεται επιβράδυνση σε οικονομίες που χαρακτηρίζονταν από υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, όπως η Κίνα.
Επίσης, όλα αυτά έχουν σημασία, γιατί ξαναζωντάνεψε η επίκληση του «κεϊνσιανισμού» ως μεθόδου διεξόδου από την κρίση.
Βασικοί φορείς αυτών των αντιλήψεων είναι
δυνάμεις που κινούνται γύρω από τον ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα, που προσπαθούν
να προβάλουν ορισμένες «νεοκεϊνσιανές» προτάσεις ως νέες ιδέες και νέα
πολιτική.
Βεβαίως, στις σημερινές συνθήκες, στην πραγματικότητα αυτό που προτείνουν είναι ένα λίγο πιο επεκτατικό μείγμα διαχείρισης από αυτό που εφαρμόζει η κυβέρνηση. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι προτάσεις τους δεν αμφισβητούν ούτε τη δημοσιονομική πειθαρχία της ΕΕ ούτε τους ισοσκελισμένους ισολογισμούς.
Θυμίζουμε, για την ιστορία, ότι ο Κέινς θεωρούσε τα ελλείμματα και το χρέος στη φάση της κρίσης ως φυσιολογική και αναγκαία συνέπεια των πρωτοβουλιών του αστικού κράτους για την υποβοήθηση της εξόδου από την κρίση.
Από τη στήλη "ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΙΚΑ" του Ριζοσπάστη.
Η κρίση αυτή που έμεινε στην ιστορία ως το «Μεγάλο Κραχ» ή η «Μεγάλη Υφεση» («Great Depression») εκφράστηκε αρχικά με μια ραγδαία πτώση αξιών στο χρηματιστήριο της Wall Street της Νέας Υόρκης, στις 19 Οκτώβρη 1929, για να εξαπλωθεί γρήγορα σε όλο τον κόσμο.
Η κρίση αγκάλιασε όλους τους τομείς της οικονομίας: Το χρηματοπιστωτικό σύστημα, τη βιομηχανία, την αγροτική οικονομία, το εμπόριο και, βεβαίως, τις διεθνείς οικονομικές σχέσεις.
Η βιομηχανική παραγωγή στον καπιταλιστικό κόσμο μειώθηκε συνολικά κατά 38% (Γερμανία: -47%, ΗΠΑ: -46%, Ιταλία: -33%, Γαλλία: -31%, Βρετανία: -16,5%), ενώ οι άνεργοι ξεπέρασαν τα 35 εκατομμύρια (ΗΠΑ: 16 εκατ., Γερμανία: 5,5 εκατ., Βρετανία: 3 εκατ., Ιαπωνία: 2,8 εκατ., Γαλλία: 2,3 εκατ.)
Οι προτάσεις αυτές προβάλλονταν αντιπαραθετικά με την εφαρμογή της περιοριστικής πολιτικής που ακολουθούνταν από τις αστικές κυβερνήσεις μέχρι εκείνη την περίοδο. Οι προτάσεις του Μ. Κέινς εμφανίζονταν ως η μαγική συνταγή που θα δώσει οριστική και καθοριστική λύση στο πρόβλημα των οικονομικών κρίσεων του καπιταλισμού.
Σε μεγάλη έκταση, αυτές οι προτάσεις εφαρμόστηκαν από την κυβέρνηση του Ρούσβελτ στις ΗΠΑ, στο πλαίσιο του λεγόμενου «New Deal» και σε ένα βαθμό στη χιτλερική Γερμανία.
Οι οπαδοί του Κέινς, όμως, λογάριαζαν χωρίς τον ξενοδόχο.
Και ξενοδόχος είναι ο ίδιος ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής. Η κρίση δεν οφείλεται απλώς σε κάποιο πρόβλημα αναλογιών της καπιταλιστικής αγοράς ανάμεσα στο τι πουλιέται και τι μπορεί να αγοραστεί.
Γι' αυτό και η παρέμβαση του αστικού κράτους για την αύξηση της ζήτησης, μέσω αύξησης των κρατικών επενδύσεων, δεν επαρκεί ούτε για να αποκαταστήσει την καπιταλιστική οικονομία, ούτε για να αποτρέψει τις μελλοντικές κρίσεις.
Το πρόβλημα της καπιταλιστικής οικονομίας βρίσκεται στο ότι είναι παραγωγή με σκοπό το κέρδος από την απλήρωτη δουλειά των εργαζομένων. Το πρόβλημα είναι ότι οι κεφαλαιοκράτες λειτουργούν «αυθόρμητα», πάντα με κριτήριο το ποσοστό κέρδους και τις διακυμάνσεις του.
Δηλαδή, όχι μόνο με κριτήριο αν κερδίζουν πολλά, αλλά αν το κέρδος τους τούς επιτρέπει να ξεπεράσουν τους άλλους κεφαλαιοκράτες σε ένα φρενήρη ανταγωνισμό μεταξύ τους.
Σε μία παραγωγή, η οποία αποκτά ολοένα και περισσότερο κοινωνικό χαρακτήρα, αυτοί που αποφασίζουν για τις τύχες της είναι οι μεγαλομέτοχοι των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων.
Πρόκειται για τη βασική αντίφαση του καπιταλισμού.
Αυτή η αντίφαση αποτελεί τη «μήτρα» φαινομένων όπως: Αναρχία στην παραγωγή, αντίθεση ανάμεσα στην παραγωγή και την κατανάλωση, αντίθεση ανάμεσα στην επιδίωξη του μέγιστου κέρδους και το σχετικό περιορισμό της εκμεταλλευόμενης εργατικής δύναμης (λόγω τεχνολογικής προόδου) κ.λπ.
Η όξυνση αυτών των αντιθέσεων - ανισορροπιών κατά τη φάση της ανόδου δημιουργεί, μετά από κάποιο σημείο, ασφυκτικές για την καπιταλιστική κερδοφορία συνθήκες. Σε αυτό το σημείο, το κεφάλαιο, σε όλες τις μορφές του (εμπορευματική, παραγωγική, χρηματική), εμφανίζεται «παραφουσκωμένο», για να συνεχίζει να λειτουργεί με επαρκές κέρδος.
Για να αποκατασταθούν οι διαταραγμένες ισορροπίες στην καπιταλιστική οικονομία και, μέσω αυτών, πιο ευνοϊκές συνθήκες κερδοφορίας, χρειάζεται μια μεγάλη σε έκταση και βάθος καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων, απαξίωση της εργατικής δύναμης (δηλαδή, υποτίμηση μισθών, εργατικών δικαιωμάτων, κατακτήσεων κ.λπ.) και καταστροφή κεφαλαίου (κλείσιμο επιχειρήσεων, απαξίωση εμπορευμάτων, πτώση της αξίας του χρήματος κ.λπ.)
Η αποκατάσταση αυτή βεβαίως είναι προσωρινή, ακριβώς γιατί αφήνει άθικτη τη «μήτρα» των φαινομένων που οδηγούν στην κρίση, τη βασική αντίθεση του καπιταλισμού. Έτσι, από την πρώτη στιγμή της «επανεκκίνησης» (για να χρησιμοποιήσουμε έναν όρο που «φοριέται» τελευταία) ξεκινάει μια νέα κούρσα που θα φέρει τη νέα ανισορροπία.
Οι προτάσεις, λοιπόν, του Κέινς, όπου εφαρμόστηκαν, δεν κατάφεραν να δώσουν απάντηση ούτε στο πρόβλημα της καπιταλιστικής ανάκαμψης ούτε βεβαίως να αντιμετωπίσουν το ενδεχόμενο νέας κρίσης.
Και αυτό αποδείχτηκε περίτρανα τη δεκαετία του 1930. Το 1938 μια νέα οικονομική κρίση ξέσπασε που έδωσε παραπέρα ώθηση στην όξυνση των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων μπροστά στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.
Πραγματική διέξοδος από τη διεθνή κρίση της δεκαετίας
του 1930 δόθηκε μόνο με τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η στροφή στην πολεμική βιομηχανία και σε υποδομές εξυπηρέτησης της πολεμικής προετοιμασίας (ένας κεϊνσιανισμός, δηλαδή, προσαρμοσμένος στις πολεμικές ανάγκες) και η μεγάλη καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων που συντελέστηκε στο Β' Παγκόσμιο Πόλεμο (τα εκατομμύρια των νεκρών, οι τεράστιες καταστροφές σε υποδομές και μέσα παραγωγής) αποτέλεσαν το έδαφος για το πέρασμα σε μια φάση μεγάλης καπιταλιστικής ανάκαμψης με τα γνωστά αποτελέσματα των δεκαετιών 1950 - 1960.
Ολα αυτά έχουν σήμερα σημασία, γιατί διαπιστώνονται μεγάλες δυσκολίες στην καπιταλιστική ανάκαμψη για χώρες που έχουν ήδη βγει από την κρίση και σημαντικές δυσκολίες στην έξοδο από την κρίση για χώρες που ακόμα βρίσκονται σε αυτήν τη φάση ή στο κατώφλι του περάσματος σε φάση σταθεροποίησης.
Στο έδαφος αυτό πυκνώνουν οι συζητήσεις και προβληματισμοί για το ενδεχόμενο μιας νέας ύφεσης στην Ευρωζώνη. Την ίδια στιγμή, σημειώνεται επιβράδυνση σε οικονομίες που χαρακτηρίζονταν από υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, όπως η Κίνα.
Επίσης, όλα αυτά έχουν σημασία, γιατί ξαναζωντάνεψε η επίκληση του «κεϊνσιανισμού» ως μεθόδου διεξόδου από την κρίση.
Κέυνς: Ποιος είναι αυτός ο οικονομολόγος που επικαλούνται
στον ΣΥΡΙΖΑ ότι θα σώσει τον ελληνικό λαό (ΕΔΩ)
Βεβαίως, στις σημερινές συνθήκες, στην πραγματικότητα αυτό που προτείνουν είναι ένα λίγο πιο επεκτατικό μείγμα διαχείρισης από αυτό που εφαρμόζει η κυβέρνηση. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι προτάσεις τους δεν αμφισβητούν ούτε τη δημοσιονομική πειθαρχία της ΕΕ ούτε τους ισοσκελισμένους ισολογισμούς.
Θυμίζουμε, για την ιστορία, ότι ο Κέινς θεωρούσε τα ελλείμματα και το χρέος στη φάση της κρίσης ως φυσιολογική και αναγκαία συνέπεια των πρωτοβουλιών του αστικού κράτους για την υποβοήθηση της εξόδου από την κρίση.
***
Μπροστά, λοιπόν, στις σημερινές συνθήκες,
που οι εξελίξεις της οικονομικής κρίσης σε συνδυασμό με την όξυνση των
ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων δίνουν ένα άρωμα της δεκαετίας του 1930
είναι ένα ερώτημα αν οι εργαζόμενοι θα παρακολουθούν άπραγοι να τους
φτωχαίνουν είτε με περιοριστικό είτε με επεκτατικό τρόπο, είτε με
νεοφιλελεύθερο είτε με κεϊνσιανό, μέχρι να έρθει να δώσει την τελική
λύση μια πιο γενικευμένη ιμπεριαλιστική σύγκρουση. `Η θα πρέπει από τώρα
να αποδεσμευτούν από κάθε εκδοχή αστικής διαχείρισης, ακολουθώντας τη
γραμμή της ταξικής οργάνωσης και πάλης της Λαϊκής Συμμαχίας σε
αντικαπιταλιστική - αντιμονοπωλιακή κατεύθυνση, προετοιμαζόμενοι και για
τα χειρότερα που μπορεί να έρθουν.Από τη στήλη "ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΙΚΑ" του Ριζοσπάστη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου