Καλέσματα «συνεννόησης»*
«Αυξάνουν την πίεση οι αγορές, γιατί τρομάζουν από την πολιτική
αστάθεια, υπάρχει επείγουσα ανάγκη για εθνική συνεννόηση», σάλπιζε όλη
την προηγούμενη βδομάδα ο αστικός Τύπος.
Σε ένα από τα άρθρα, υπήρχε και
ο ισχυρισμός πως η κυβέρνηση δεν έχει να κάνει τίποτα άλλο από το να
πείσει με καθαρές κουβέντες το λαό ότι πρέπει να ψηφιστούν «λίγες
διαρθρωτικές αλλαγές» ακόμα, ώστε να κλείσει η διαπραγμάτευση με την
τρόικα (το βάρος πέφτει στη λέξη «λίγες» κατά το «φάγαμε το γάιδαρο,
μένει μόνο η ουρά»).
Απέναντι στην έκκληση «να μην τρομάζουν οι αγορές»
ανταποκρίθηκαν τόσο τα κόμματα της συγκυβέρνησης ΝΔ - ΠΑΣΟΚ όσο και ο
ΣΥΡΙΖΑ. Οι αλληλοκατηγορίες τους για το ποιος αποσταθεροποιεί τη χώρα
δεν μπορούν να κρύψουν ότι όλοι μαζί με διαφορετικό τόνο διαβεβαίωσαν
ότι προσβλέπουν σε «εθνική συνεννόηση».
Ο καθένας, βεβαίως, θέλει αυτή η συνεννόηση να γίνει
με διαφορετικούς όρους.
Όλοι, όμως, έχουν έναν κοινό παρονομαστή. Το
στόχο της στήριξης της ανάκαμψης των κερδών των μεγάλων επιχειρηματικών
ομίλων, τη συνέχιση του αντιλαϊκού δρόμου της ΕΕ και της ανάπτυξης, με
σκοπό τα κέρδη του κεφαλαίου. Με βάση αυτό το στόχο, ανοίγεται και η
συζήτηση για τη διαπραγμάτευση του χρέους.
Όπως και να έχει, η σχεδιασμένη «εθνική συνεννόηση»
είναι η αφαίρεση κι άλλων δικαιωμάτων, η αποδοχή, από την εργατική τάξη,
μιας ζωής με μειωμένες απαιτήσεις και χωρίς δικαιώματα.
Σε αυτές τις μειωμένες απαιτήσεις παραπέμπουν τόσο το
κάλεσμα για «λίγες αναδιαρθρώσεις» της συγκυβέρνησης όσο και η θέση του
ΣΥΡΙΖΑ ότι πεδίο συνεννόησης είναι η αναγνώριση από την κυβέρνηση πως
το χρέος δεν είναι βιώσιμο και άρα απαιτείται «κούρεμα».
Ούτε ένα σεντ από το δημόσιο χρέος δεν αφορά το λαό.
Όμως, μια από τις προϋποθέσεις για να ανακάμψουν τα κέρδη των μεγάλων
καπιταλιστικών επιχειρήσεων είναι ο λαός να συνεχίζει να το πληρώνει. Ο
στόχος της απομείωσής του δε σημαίνει ξαλάφρωμα των εργαζομένων από τα
βάρη, αλλά την εξεύρεση πόρων που και αυτοί θα πάνε στην ενίσχυση του
κεφαλαίου.
Θυμίζουμε πως ήδη πλήρωσε ο λαός το προηγούμενο «κούρεμα».
Ούτε, βεβαίως, σημαίνει ότι θα παρθούν πίσω τα αντιλαϊκά μέτρα, που
ήρθαν για να μείνουν, γιατί η εφαρμογή τους αποτελεί άλλη μια προϋπόθεση
για να ανασάνει το κεφάλαιο και τα οποία όχι μόνο η συγκυβέρνηση αλλά
ούτε και ο ΣΥΡΙΖΑ δεσμεύονται ότι θα καταργηθούν μετά την περιβόητη
«έξοδο από τα μνημόνια».
Η κυβέρνηση καλεί το λαό να ανταποκριθεί στις
«υποχρεώσεις» του προς τους δανειστές, ενώ η αξιωματική αντιπολίτευση
προαναγγέλλει ότι θα υπάρξει συνέχεια στο «αίμα και δάκρυα» αν γίνει
κυβέρνηση, γιατί «οι αγορές -είπε προχτές μόλις ο Α. Τσίπρας- θα είναι
σκληρές». Η διαφορά τους είναι ποιος θα έχει το πάνω χέρι σε αυτήν τη
διαδικασία.
Η «συνεννόηση» στο έδαφος του κοινού τους αντιλαϊκού
δρόμου, από τη μια, φανερώνει την αντιλαϊκή τους κοινή στρατηγική ότι οι
διαφορές τους είναι σε δευτερεύοντα ζητήματα.
Από την άλλη επιχειρείται
μια μαζική ζύμωση στους εργαζόμενους, στο λαό, της ανάγκης «εθνικής
συναίνεσης», δηλαδή πλήρους υποταγής των εργαζομένων στους στόχους του
κεφαλαίου.
Προσπάθεια, βεβαίως, που περνά και μέσα από την
ένταση της
επίθεσης στο ΚΚΕ από όλες τις πλευρές.
Το δίλημμα, λοιπόν, για το λαό, τους εργαζόμενους
είναι, αν θα διαλέξουν τον τρόπο με τον οποίο θα υποταχθούν στην
πολιτική που θα συνεχίσει να τους φτωχαίνει, ελπίζοντας μάταια κάτι καλό
από τις εναλλαγές των αστικών κυβερνήσεων ή αν θα διαλέξουν το δρόμο
της οργανωμένης αντίστασης στην πολιτική του κεφαλαίου.
Της πάλης,
δηλαδή, για τις σύγχρονες εργατικές - λαϊκές ανάγκες, με προοπτική ο
ίδιος ο λαός να έρθει στην εξουσία. Το δρόμο που του δείχνει το ΚΚΕ και
που γι' αυτό το λόγο είναι αναγκαία η ολόπλευρη ισχυροποίησή του.
*Από τη στήλη «Η Άποψή μας» του Ριζοσπάστη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου